Όσοι πίνουν άφθονο νερό πριν από το φαγητό μπορεί να διαπιστώνουν ότι χάνουν βάρος, αλλά αυτό δεν οφείλεται στο ότι το νερό διεγείρει την καύση θερμίδων, αναφέρουν επιστήμονες από την Ελβετία. Σε μελέτη που πραγματοποίησαν με 16 άνδρες, ηλικίας 20-30 ετών, ανακάλυψαν πως έπειτα από την κατανάλωση 500 ml αποσταγμένου ή μεταλλικού νερού οι καύσεις τους αυξάνονταν οριακά ή καθόλου. Συνεπώς, «το νερό δεν προκαλεί θερμογένεση», ξεκαθάρισαν η δρ Ναταλί Σαριέρ από το Πανεπιστήμιο του Fribourg, και οι συνεργάτες της, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συνεδρίου Παχυσαρκίας, το οποίο διεξάγεται στο Λίβερπουλ.
Η συμβολή του νερού στο αδυνάτισμα, πιθανώς οφείλεται σε άλλες δυνητικές επιδράσεις του, όπως ο κορεσμός της πείνας, πρόσθεσε η δρ Σαριέρ.
Όπως εξήγησαν οι ερευνητές, οι προγενέστερες μελέτες επί του θέματος είχαν αντιφατικά ευρήματα, καθώς άλλες έδειχναν πως το νερό δεν καίει θερμίδες και άλλες ότι αυξάνει τις καύσεις έως 30%.
Οι ερευνητές αναρωτήθηκαν εάν αυτές οι διαφοροποιήσεις οφείλονται στα διαφορετικά είδη νερού που χρησιμοποιήθηκαν στις διάφορες μελέτες, δεδομένου ότι ορισμένα συστατικά του νερού (ιχνοστοιχεία, άλατα κ.τ.λ.) θα μπορούσαν να επηρεάζουν την θερμογένεση.
Έτσι, αποφάσισαν να ελέγξουν κατ’ αρχήν τις επιδράσεις του καθαρού, αποσταγμένου νερού στις καύσεις των 16 εθελοντών τους, υποβάλλοντάς τους σε ειδικές μετρήσεις εν όσω κάθονταν ακίνητοι στο εργαστήριό τους.
Η κατανάλωση του αποσταγμένου νερού φάνηκε να αυξάνει οριακά τις καύσεις (μόλις 2%), ποσοστό το οποίο δεν ήταν στατιστικά σημαντικό.
Στη συνέχεια, τους ζήτησαν να πιουν το μεταλλικό νερό και επανέλαβαν τις εξετάσεις. Αυτή τη φορά η αύξηση των καύσεων ήταν 5,8% - μία στατιστικά σημαντική, αλλά και πάλι πολύ μικρή αύξηση, ώστε να μπορέσει από μόνη της να οδηγήσει σε μείωση του σωματικού βάρους.
«Τα ευρήματά μας υποδηλώνουν ότι η κατανάλωση νερού ασκεί οριακή ή καμία επίδραση στην ενεργειακή δαπάνη σε κατάσταση ηρεμίας», ήταν το συμπέρασμα των ερευνητών.
Η συμβολή του νερού στο αδυνάτισμα, πιθανώς οφείλεται σε άλλες δυνητικές επιδράσεις του, όπως ο κορεσμός της πείνας, πρόσθεσε η δρ Σαριέρ.
Όπως εξήγησαν οι ερευνητές, οι προγενέστερες μελέτες επί του θέματος είχαν αντιφατικά ευρήματα, καθώς άλλες έδειχναν πως το νερό δεν καίει θερμίδες και άλλες ότι αυξάνει τις καύσεις έως 30%.
Οι ερευνητές αναρωτήθηκαν εάν αυτές οι διαφοροποιήσεις οφείλονται στα διαφορετικά είδη νερού που χρησιμοποιήθηκαν στις διάφορες μελέτες, δεδομένου ότι ορισμένα συστατικά του νερού (ιχνοστοιχεία, άλατα κ.τ.λ.) θα μπορούσαν να επηρεάζουν την θερμογένεση.
Έτσι, αποφάσισαν να ελέγξουν κατ’ αρχήν τις επιδράσεις του καθαρού, αποσταγμένου νερού στις καύσεις των 16 εθελοντών τους, υποβάλλοντάς τους σε ειδικές μετρήσεις εν όσω κάθονταν ακίνητοι στο εργαστήριό τους.
Η κατανάλωση του αποσταγμένου νερού φάνηκε να αυξάνει οριακά τις καύσεις (μόλις 2%), ποσοστό το οποίο δεν ήταν στατιστικά σημαντικό.
Στη συνέχεια, τους ζήτησαν να πιουν το μεταλλικό νερό και επανέλαβαν τις εξετάσεις. Αυτή τη φορά η αύξηση των καύσεων ήταν 5,8% - μία στατιστικά σημαντική, αλλά και πάλι πολύ μικρή αύξηση, ώστε να μπορέσει από μόνη της να οδηγήσει σε μείωση του σωματικού βάρους.
«Τα ευρήματά μας υποδηλώνουν ότι η κατανάλωση νερού ασκεί οριακή ή καμία επίδραση στην ενεργειακή δαπάνη σε κατάσταση ηρεμίας», ήταν το συμπέρασμα των ερευνητών.