Οι επιστήμονες μας σιγά-σιγά εγκαταλείπουν την Ελλάδα. Εχοντας άλλωστε οι περισσότεροι επίγνωση της επαγγελματικής κατάστασης στο εξωτερικό, αποφασίζουν να συνεχίζουν την... καριέρα της εκτός συνόρων. Οπως έχει άλλωστε αποδειχθεί μέχρι σήμερα, οι Ελληνες επιστήμονες εκτός Ελλάδας έχουν διαπρέψει.
Ετσι μετά το "ανοιγμα" της Γερμανίας σε γιατρούς από την Ευρώπη, δεν ήταν λίγοι οι Ελληνες επιστήμονες που θεώρησαν πως το μέλλον τους θα είναι καλύτερο σε μια ξένη χώρα. Ανταπόκριση στο κάλεσμα της Γερμανίας δεν είχε μόνο η Ελλάδα, αλλά κι άλλες χώρες της ΕΕ.
Σύμφωνα με στοιχεία της DW, έχουν "μεταναστεύσει" πάνω από 2.000 Ελληνες γιατροί, που είναι άριστοι επιστήμονες με ένα μόνο μειονέκτημα. Την γλώσσα. Δεν μιλούν γερμανικά, με αποτέλεσμα να εργάζονται σε μικρότερα νοσοκομεία της χώρας.
Ετσι αν και έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια ο αριθμός των προσληφθέντων γιατρών από το εξωτερικό, και συγκεκριμένα από τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, την Ελλάδα, τη Συρία, την Αίγυπτο, αυτοί απασχολούνται περισσότερο σε νοσοκομεία της περιφέρειας.
Η εξέλιξη αυτή θεωρείται ιδιαίτερα ανησυχητική με τον σύνδεσμο των διευθυντών των γερμανικών νοσοκομείων να κρούει των κώδωνα του κινδύνου. «Ο αριθμός των ξένων γιατρών σε επίπεδο βοηθών ιατρών έχει αυξηθεί σημαντικά», λέει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Γιόσεφ Ντούλινγκς, σημειώνοντας ότι σε πολλά νοσοκομεία της ανατολικής και της δυτικής Γερμανίας, περισσότεροι από τους μισούς είναι στο μεταξύ αλλοδαποί. «Οι γνώσεις τους επί του αντικειμένου είναι συνήθως πολύ καλές, ωστόσο συχνά δεν μπορούν να καταλάβουν τις διαδικασίες που ακολουθούνται στα γερμανικά νοσοκομεία ενώ οι γλωσσικές τους γνώσεις είναι συχνά ανεπαρκείς». Και αυτό, όπως λέει ο κ. Ντούλινγκς, «εξελίσσεται σε πρόβλημα για την ασφάλεια» των ασθενών.
Η ενίσχυση των σχέσεων γιατρών και ασθενών είναι ένας από τους διακηρυγμένους στόχους του υπ. Υγείας Ντάνιελ Μπαρ. Σε κάθε ιατρικό συνέδριο τονίζεται ότι πρέπει να διατηρηθεί και να ενισχυθεί η σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ των δυο πλευρών. Ωστόσο η πραγματικότητα στα περίπου 2.000 νοσοκομεία της Γερμανίας είναι συχνά τελείως διαφορετική.
«Σχεδόν κανείς δεν μιλάει γερμανικά»
Μπορεί να είναι άριστοι γιατροί αλλά συχνά δεν μπορούν να συνεννοηθούν καλά με τους ασθενείς.
Σύμφωνα με στοιχεία του Ομοσπονδιακού Ιατρικού Συλλόγου ο αριθμός των δηλωμένων ξένων γιατρών στη Γερμανία αυξήθηκε πέρσι κατά 3.039 στους συνολικά 28.355.
Πέρα από την Αυστρία, οι περισσότεροι εξ΄ αυτών προέρχονται από την Ελλάδα (2.224), από τη Ρουμανία (2.105) και την Πολωνία (1.636).
Παρά τις αυξητικές αυτές τάσεις πάντως, δεν προβλέπονται σαφείς κανόνες για τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν οι ξένοι γιατροί που θέλουν να εργαστούν στη Γερμανία όσον αφορά τη γλωσσική επάρκεια. «Στο μεταξύ υπάρχουν νοσοκομεία στα οποία δεν υπάρχει σχεδόν κανένας γιατρός που να μιλάει σωστά γερμανικά», προειδοποιεί ο πρόεδρος του Ομοσπονδιακού Ιατρικού Συλλόγου Φρανκ Ούλριχ Μοντγκόμερι.
Οι καλοί ξένοι γιατροί που μιλούν και καλά γερμανικά καταλήγουν συνήθως στις καλές κλινικές των μεγάλων πόλεων. Στην περιφέρεια όμως, όπου η έλλειψη είναι ακόμη μεγαλύτερη, τα νοσοκομεία προτιμούν να προσλάβουν ακόμη και εκείνους που δεν έχουν επαρκείς γλωσσικές γνώσεις προκειμένου απλά να καλυφθεί η θέση.
Μπορεί οι γερμανικές αρχές να ζητούν συνήθως πιστοποιητικό γλωσσομάθειας για να εκδώσουν άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, ωστόσο συχνά αρκεί ο υποψήφιος να πείσει τον αρμόδιο υπάλληλο στην κατ΄ ιδίαν συζήτηση για την καταλληλότητά του.
Ο γερμανικός ιατρικός σύλλογος ζητά μεταξύ άλλων να ισχύσουν αυστηρότερες προϋποθέσεις για την πρόσληψη ξένων γιατρών και προτείνει την εισαγωγή ενιαίων σε όλα τα ομόσπονδα κρατίδια εξετάσεων γλωσσομάθειας. Κυρίως όμως ζητά να βελτιωθούν οι συνθήκες εργασίας στα γερμανικά νοσοκομεία, κυρίως όσον αφορά τις συνεχείς και χαμηλά αμειβόμενες υπερωρίες προκειμένου το επάγγελμα να γίνει και πάλι πιο ελκυστικό για τους νέους.
Ετσι μετά το "ανοιγμα" της Γερμανίας σε γιατρούς από την Ευρώπη, δεν ήταν λίγοι οι Ελληνες επιστήμονες που θεώρησαν πως το μέλλον τους θα είναι καλύτερο σε μια ξένη χώρα. Ανταπόκριση στο κάλεσμα της Γερμανίας δεν είχε μόνο η Ελλάδα, αλλά κι άλλες χώρες της ΕΕ.
Σύμφωνα με στοιχεία της DW, έχουν "μεταναστεύσει" πάνω από 2.000 Ελληνες γιατροί, που είναι άριστοι επιστήμονες με ένα μόνο μειονέκτημα. Την γλώσσα. Δεν μιλούν γερμανικά, με αποτέλεσμα να εργάζονται σε μικρότερα νοσοκομεία της χώρας.
Ετσι αν και έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια ο αριθμός των προσληφθέντων γιατρών από το εξωτερικό, και συγκεκριμένα από τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, την Ελλάδα, τη Συρία, την Αίγυπτο, αυτοί απασχολούνται περισσότερο σε νοσοκομεία της περιφέρειας.
Η εξέλιξη αυτή θεωρείται ιδιαίτερα ανησυχητική με τον σύνδεσμο των διευθυντών των γερμανικών νοσοκομείων να κρούει των κώδωνα του κινδύνου. «Ο αριθμός των ξένων γιατρών σε επίπεδο βοηθών ιατρών έχει αυξηθεί σημαντικά», λέει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Γιόσεφ Ντούλινγκς, σημειώνοντας ότι σε πολλά νοσοκομεία της ανατολικής και της δυτικής Γερμανίας, περισσότεροι από τους μισούς είναι στο μεταξύ αλλοδαποί. «Οι γνώσεις τους επί του αντικειμένου είναι συνήθως πολύ καλές, ωστόσο συχνά δεν μπορούν να καταλάβουν τις διαδικασίες που ακολουθούνται στα γερμανικά νοσοκομεία ενώ οι γλωσσικές τους γνώσεις είναι συχνά ανεπαρκείς». Και αυτό, όπως λέει ο κ. Ντούλινγκς, «εξελίσσεται σε πρόβλημα για την ασφάλεια» των ασθενών.
Η ενίσχυση των σχέσεων γιατρών και ασθενών είναι ένας από τους διακηρυγμένους στόχους του υπ. Υγείας Ντάνιελ Μπαρ. Σε κάθε ιατρικό συνέδριο τονίζεται ότι πρέπει να διατηρηθεί και να ενισχυθεί η σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ των δυο πλευρών. Ωστόσο η πραγματικότητα στα περίπου 2.000 νοσοκομεία της Γερμανίας είναι συχνά τελείως διαφορετική.
«Σχεδόν κανείς δεν μιλάει γερμανικά»
Μπορεί να είναι άριστοι γιατροί αλλά συχνά δεν μπορούν να συνεννοηθούν καλά με τους ασθενείς.
Σύμφωνα με στοιχεία του Ομοσπονδιακού Ιατρικού Συλλόγου ο αριθμός των δηλωμένων ξένων γιατρών στη Γερμανία αυξήθηκε πέρσι κατά 3.039 στους συνολικά 28.355.
Πέρα από την Αυστρία, οι περισσότεροι εξ΄ αυτών προέρχονται από την Ελλάδα (2.224), από τη Ρουμανία (2.105) και την Πολωνία (1.636).
Παρά τις αυξητικές αυτές τάσεις πάντως, δεν προβλέπονται σαφείς κανόνες για τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν οι ξένοι γιατροί που θέλουν να εργαστούν στη Γερμανία όσον αφορά τη γλωσσική επάρκεια. «Στο μεταξύ υπάρχουν νοσοκομεία στα οποία δεν υπάρχει σχεδόν κανένας γιατρός που να μιλάει σωστά γερμανικά», προειδοποιεί ο πρόεδρος του Ομοσπονδιακού Ιατρικού Συλλόγου Φρανκ Ούλριχ Μοντγκόμερι.
Οι καλοί ξένοι γιατροί που μιλούν και καλά γερμανικά καταλήγουν συνήθως στις καλές κλινικές των μεγάλων πόλεων. Στην περιφέρεια όμως, όπου η έλλειψη είναι ακόμη μεγαλύτερη, τα νοσοκομεία προτιμούν να προσλάβουν ακόμη και εκείνους που δεν έχουν επαρκείς γλωσσικές γνώσεις προκειμένου απλά να καλυφθεί η θέση.
Μπορεί οι γερμανικές αρχές να ζητούν συνήθως πιστοποιητικό γλωσσομάθειας για να εκδώσουν άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, ωστόσο συχνά αρκεί ο υποψήφιος να πείσει τον αρμόδιο υπάλληλο στην κατ΄ ιδίαν συζήτηση για την καταλληλότητά του.
Ο γερμανικός ιατρικός σύλλογος ζητά μεταξύ άλλων να ισχύσουν αυστηρότερες προϋποθέσεις για την πρόσληψη ξένων γιατρών και προτείνει την εισαγωγή ενιαίων σε όλα τα ομόσπονδα κρατίδια εξετάσεων γλωσσομάθειας. Κυρίως όμως ζητά να βελτιωθούν οι συνθήκες εργασίας στα γερμανικά νοσοκομεία, κυρίως όσον αφορά τις συνεχείς και χαμηλά αμειβόμενες υπερωρίες προκειμένου το επάγγελμα να γίνει και πάλι πιο ελκυστικό για τους νέους.